Είναι η πρώτη Ελληνίδα που καταφέρνει να σπάσει το φράγμα των 8.000 μέτρων.
Η Τασία Ηλιοπούλου κατέκτησε την έκτη υψηλότερη κορυφή στον κόσμο, το Τσο- Ογιού στο κεντρικό τμήμα της οροσειράς των Ιμαλαΐων, στα σύνορα του Νεπάλ με το Θιβέτ. Μάλιστα στην αποστολή που ξεκίνησε στα τέλη Αυγούστου και πήραν μέρος οχτώ ορειβάτες από διάφορες χώρες, ήταν η μόνη που εκπροσωπούσε την Ελλάδα.
«Ήμασταν μία πολυεθνική αποστολή, αποτελούμενη από Αμερικανούς, Πολωνούς, Γερμανούς αλλά και ορειβάτες από τη Σιγκαπούρη», λέει στα «ΝΕΑ» η κ. Ηλιοπούλου.
Η ορειβασία μπήκε στη ζωή της πριν από 25 χρόνια ενώ από το 1993 είχε αρχίσει τις αποστολές με τον Αθηναϊκό Ορειβατικό Σύλλογο σε βουνά του εξωτερικού.
Το ορειβατικό... βιογραφικό της πλούσιο: ανάβαση στο Μον Μπλαν των Άλπεων, στη στέγη της Αφρικής το Κιλιμάντζαρο, στο Έλμπρους του Καυκάσου, στο Μπρόουντ Πικ των Δυτικών Ιμαλαΐων, στα Βραχώδη Όρη της Αμερικής. Το 2001 ήταν και πάλι η πρώτη Ελληνίδα που πάτησε στην ψηλότερη κορυφή των Άνδεων, Ακονγκάουα, στα 7.000 μ. ενώ τρία χρόνια αργότερα πήρε μέρος στην εθνική αποστολή του Έβερεστ φτάνοντας από το βόρειο τμήμα στα 7.050 μ.
Το τελευταίο της ορειβατικό εγχείρημα είχε συνολική διάρκεια 45 μέρες, γι΄ αυτό και αναγκάστηκε να κάνει χρήση όλης της ετήσιας άδειας που δικαιούνταν. «Υπάρχουν 14 οχτάρες παγκοσμίως, κορυφές δηλαδή που το υψόμετρό τους είναι ή ξεπερνά τα 8.000 μέτρα. Όταν κάποιος κατακτά μια οχτάρα, είναι σαν να κερδίζει ένα Ολυμπιακό μετάλλιο. Έτσι αισθάνθηκα κι εγώ».
Δεν ήταν η πρώτη φορά που προσπαθούσε να κατακτήσει την κορυφή Τσο- Ογιού. «Το 2006 είχα ξανακάνει την προσπάθεια. Το κρύο και οι καιρικές συνθήκες στο βουνό δεν μου επέτρεψαν να ανέβω πάνω από τα 7.500 μ. Είχα φτάσει στην πηγή αλλά δεν μπόρεσα να πιω νερό. Αυτό φυσικά με έκανε να πεισμώσω και να επιστρέψω δριμύτερη. Άλλωστε όταν θέλεις πραγματικά κάτι τόσο πολύ, κάνεις τα αδύνατα δυνατά για να το πετύχεις. Και το βουνό θέλει δύναμη και θέληση. Δεν συγχωρεί την υπερτίμηση ή υποτίμηση των δυνατοτήτων σου, όπως και το να μην μπορείς να συνεργαστείς με την ομάδα», σημειώνει.
Οι δυσκολίες και οι προκλήσεις που αντιμετώπισε η Τασία στα Ιμαλάια ήταν πολλές: ψυχροί βόρειοι άνεμοι, πολικές θερμοκρασίες, χιονοθύελλες, ρωγμές, οι οποίες δημιουργήθηκαν από τον κατακερματισμένο παγετώνα. «Σε αυτά θα πρέπει να προστεθεί η κούραση αλλά και το βάρος του εξοπλισμού που έπρεπε να κουβαλάμε στην πλάτη, που ήταν 15-20 κιλά». Ακόμη και η επικοινωνία με τους δικούς της ανθρώπους γινόταν μόλις μία φορά στις 10 μέρες, «κι αυτό για ένα λεπτό».
Η προετοιμασία
Για να είναι σε θέση να αντεπεξέλθει στις αντικειμενικές δυσκολίες και τα απρόοπτα που θα βίωνε στο βουνό, χρειάστηκε να προετοιμαστεί σκληρά. Διασχίσεις βουνών στην Ελλάδα κάθε Σαββατοκύριακο, «ορειβασία διάρκειας 10 και 12 ωρών κάθε φορά.
Αλλά επειδή τα Ιμαλάια δεν έχουν καμία σχέση με τα δικά μας βουνά, χρειάστηκε να πάω για δύο βδομάδες στις Άλπεις για να δοκιμαστώ σε παγετώνες και πολύ χαμηλές θερμοκρασίες». Τα συναισθήματα, όπως λέει, όταν φτάνει κανείς στην κορυφή ποικίλλουν. «Από τη μία είσαι περήφανος που κατακτάς τον στόχο σου. Από την άλλη, το κρύο που έκανε στα 8.201 μέτρα το μόνο που σου επέτρεπε ήταν να σκεφτείς την κατάβαση και το πώς θα γυρίσουμε πίσω». Επόμενος στόχος για την Τασία Ηλιοπούλου είναι η κορυφή του Έβερεστ.
Η ΚΑΤΑΚΤΗΣΗ των υψηλότερων οροσειρών στον κόσμο, όπως φαίνεται, δεν είναι γένους θηλυκού. «Μόλις 10% είναι οι γυναίκες που συμμετέχουν σε τέτοια ορειβατικά εγχειρήματα», τονίζει ο πρόεδρος του Αθηναϊκού Ορειβατικού Συλλόγου κ. Κώστας Τσιβελέκας. Συμπληρώνει δε ότι είναι πολύ σημαντικό το γεγονός ότι το 2009 κατάφερε η πρώτη Ελληνίδα να κατακτήσει μία οχτάρα, «από την άλλη όμως δείχνει ότι έχουμε μείνει πίσω. Κι αυτό γιατί τη στιγμή που στις άλλες ευρωπαϊκές και μη χώρες δίνονται κίνητρα στους ορειβάτες, στην Ελλάδα δεν δίνεται έμφαση στον εναλλακτικό αθλητισμό.
Ευτυχώς πάντως που υπάρχουν άνθρωποι, όπως η Τασία, που με τις δικές τους δυνάμεις μπορούν να κάνουν το αδύνατο δυνατό»
(πηγή: Τα Νέα)